- βασιλοπούλι
- το зимородок (птица)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
βασιλοπούλι — το το πτηνό Αλκυών … Dictionary of Greek
βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… … Dictionary of Greek
αλκυών ή αλκηδών — Πουλί της τάξης των κορακομόρφων της οικογένειας των αλκυονιδών ή αλκηδονιδών. Το πιο γνωστό είδος στην Ευρώπη εμφανίζεται με δυο ποικιλίες, την α. την ατθίδα και την α. τη δασεία. Η δεύτερη ζει και στην Ελλάδα και είναι γνωστή με τα κοινά… … Dictionary of Greek